Τα πλούτη δεν φέρνουν την ευτυχία.



Ήταν ένα Αυγουστιάτικο δειλινό. Ο ουρανός εκεί που άγγιζε την θάλασσα δημιουργούσε μια πανδαισία χρωμάτων. Το πορτοκαλί, το κίτρινο, το κόκκινο και το μωβ είχαν φτιάξει ένα τοπίο μοναδικό που συμπλήρωνε στην ήδη υπάρχουσα ομορφιά του νησιού. 
Η θάλασσα ήταν πολύ ζεστή και κατά μήκος της παραλίας είχαν μείνει μερικές παρέες λουόμενων.
Στην άκρη της ακτογραμμής ήταν ένα παιδάκι γύρω στα οχτώ που γέμιζε το πλαστικό κουβαδάκι του με την υγρή άμμο και μετά το αναποδογύριζε φτιάχνοντας μικρά πυργάκια στη σειρά. 
Η μητέρα του το βοηθούσε και συγχρόνως του έλεγε διάφορες ιστορίες που αρεσκόταν ο μικρός να ακούει και που είχαν σχέση με τον μπαμπά του. Για τον μπαμπά που δεν υπήρχε πια στη ζωή...
Η σχέση μητέρας γιου έδειχνε αρμονική γεμάτη αγάπη και στοργή.

Λίγα μέτρα πιο πέρα ήταν μία οικογένεια τετραμελής. Ο πατέρας η μητέρα ένα αγοράκι περίπου δέκα ετών και η μεγαλύτερη αδερφή του. Είχαν βάλει στην παραλία ένα πτυσσόμενο τραπέζι με τις καρέκλες  και δύο ξαπλώστρες. Διακριτικά είχαν να παίζει Jazz μουσική από το πανάκριβο τζιπ τους που ήταν αραγμένο λίγα μέτρα πίσω τους.
Ο πατέρας διάβαζε με μεγάλη περισυλλογή την εφημερίδα που είχε τα νέα του χρηματιστηρίου, χωρίς να ρίχνει ούτε μια ματιά στην οικογένεια. Και παρ' όλο που κάθε τόσο ο μικρός του γιος του έκανε διάφορες ερωτήσεις και τον παρακαλούσε να παίξουν, εκείνος τον απέφευγε με ένα  ''δεν μπορώ τώρα Νικόλα, στη μαμά ότι θες".
Αλλά και η μητέρα είχε επικεντρωθεί στο ακριβό της tablet χωρίς να την απασχολούν ιδιαίτερα οι συνεχείς ερωτήσεις του γιου της. Η αδερφή του έμπαινε για λίγο στη θάλασσα και όταν έβγαινε με το κινητό σαν προέκταση του χεριού της χάνονταν στο κόσμο του διαδικτύου...

Ο μικρός Νικόλας αφού είδε πως οι γονείς του δεν του έδιναν σημασία άρχισε να προχωράει προς το μέρος που ο μικρός μας φίλος έφτιαχνε τα πυργάκια του. 
- Μπορώ να παίξω λίγο μαζί σου;  
- Ναι μπορείς έλα κάθισε δίπλα μου. 
- Πώς σε λένε;
- Γιάννη και αυτή εδώ είναι η μαμά μου η Κατερίνα.
- Εσένα;
- Νικόλα...
Έτσι μετά τις συστάσεις τα δυο αγοράκια άρχισαν να παίζουν σαν να ήξεραν χρόνια ο ένας τον άλλον.
Η μητέρα του Γιάννη τους έδωσε και λίγα κουλουράκια που είχε φτιάξει και συγχρόνως τα έτρωγαν. 

Οι γονείς του ούτε είχαν καταλάβει πως ο μικρός είχε φύγει από κοντά τους, όταν η αδερφή του κάποια στιγμή σηκώθηκε και πήγε προς τη θάλασσα τον είδε και τους το είπε.
<<Νικόλα έλα γρήγορα εδώ...>> Ακούστηκε η φωνή του πατέρα. 
Ο  Νικόλας έτρεξε γρήγορα προς το μέρος του μπαμπά του και τον παρακάλεσε να μείνει λίγο ακόμα με τον φίλο του. 
<<Δεν έχεις καμιά δουλειά εκεί. Κάθισε εδώ και παίξε με το tablet σου.>>  Είπε με διάθεση σνομπισμού ο πατέρας. Ίσως δεν τους "γέμιζε" το μάτι η μητέρα με το παιδί. 

Ο Νικόλας στεναχωρημένος και ενώ έριχνε κλεφτές ματιές στον νέο φίλο του μπήκε σιγά σιγά στη θάλασσα. 
Σε κάποια κακή στιγμή όμως  ήρθε ένα κύμα και τον τράβηξε μέσα. 
Οι γονείς του τελείως απορροφημένοι δεν είδαν τι έγινε. Και ο μικρός δεν πρόλαβε να φωνάξει. 
<< Το παιδί το παιδί!!!>> Φώναξε η Κατερίνα που είχε δει τι συνέβη στον μικρό.
Μέχρι να καταλάβουν οι γονείς του τι έγινε η Κατερίνα είχε βγάλει τον μικρό αναίσθητο στην παραλία και προσπαθούσε να τον επαναφέρει.
Ο πατέρας,  η μητέρα και η αδερφή του είχαν παγώσει μέχρι την στιγμή που ο μικρός με την βοήθεια της Κατερίνας επανήλθε.  

<< Μαμά, μπαμπά, τρόμαξα πολύ. Με τράβηξε το κύμα μέσα χωρίς να το καταλάβω.>> είπε ο μικρός με τρεμάμενη βραχνή φωνή. 
Ντροπιασμένοι και σοκαρισμένοι οι γονείς δεν είχαν λόγια να ευχαριστήσουν την γυναίκα που έσωσε την ζωή του γιου τους και που πριν λίγη ώρα κατά κάποιον τρόπο είχαν αδικήσει. 
<< Μη με ευχαριστείτε, αυτό που θα έκανε ο καθένας έκανα και εγώ. Έχασα τον άντρα μου από πνιγμό πριν πέντε χρόνια και μετά από αυτό έκανα μαθήματα και πήρα το δίπλωμα του  ναυαγοσώστη. Είναι η δουλειά μου αυτή, δουλεύω στο μεγάλο ξενοδοχείο του νησιού.>>

Μετά από πολλές ευχαριστίες και ανταλλαγές τηλεφωνικών αριθμών,  έδωσαν ραντεβού την επομένη το βράδυ σε ένα παραλιακό τεβερνάκι. Η οικογένεια του Νικόλα δεν ήξερε πως να δείξει την ευγνωμοσύνη της προς την Κατερίνα και τον γιο της. Έτσι τους έκανε το τραπέζι. Από τότε ακολούθησαν και άλλα πολλά εκατέρωθεν τραπεζώματα. 
Ο Νικόλας και ο Γιάννης έχουν γίνει αδελφικοί φίλοι που μεγαλώνουν σε ένα όμορφο νησί της Ελλάδας.


Υ.Γ. Τα πλούτη και η καλή κοινωνική θέση δεν κάνουν απαραίτητα τον άλλον καλό οικογενειάρχη ή καλό άνθρωπο. Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Η βοήθεια σε μια δύσκολη μας στιγμή μπορεί να έρθει από εκεί που δεν το περιμένουμε.


Κείμενο: Μ.Στρατή 
Φωτογραφία: Μ. Στρατή
stratimina68.blogspot.gr









Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γυναικεία tips ομορφιάς

Η "μηχανή" του περήφανου μπαμπά (ΑΝΕΚΔΟΤΟ)

Μοσχάρι νουά με τυρί και ζαμπόν